λεύκα

λεύκα
Ονομασία οκτώ οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.080 μ., 95 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού, στα όρια με τους νομούς Φωκίδος, Φθιώτιδος και Ευρυτανίας, 148 χλμ. ΒΑ του Μεσολογγίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αποδοτίας. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 181 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδος του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται Ν του Αγρινίου, κοντά στη βόρεια όχθη της λίμνης Λυσιμάχειας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγρινίου. Έως το 1954 ονομαζόταν Μπίτσοβος. 3. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 26 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, κοντά στα όρια με τον νομό Βοιωτίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μάνδρας της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. 4. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 72 κάτ.) της Εύβοιας. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού, στην ακτή του όρμου Στύρων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Στυραίων του νομού Ευβοίας. 5. Οικισμός (26 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρπενησίου. 6. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 800 μ., 7 κάτ.) του νομού Καρδίτσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αργιθέας. 7. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 520 μ., 325 κάτ.) στην πρώην επαρχία Δομοκού του νομού Φθιώτιδος. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, 35 χλμ. Β της Λαμίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δομοκού. 8. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 480 μ., 108 κάτ.) στην πρώην επαρχία Δωρίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λιδορικίου.
* * *
και λεύκη, η βοτ.
κοινή ονομασία τών ειδών τού γένους αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών πόπουλος, που ανήκει στην οικογένεια σαλικίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεύκη, κατά τα θηλ. ουσ. σε -α (πρβλ. βελόνη: βελόνα, ζέστη: ζέστα)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • λεύκα — λεύκα, η και λεύκη, η είδος φυλλοβόλου δέντρου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Λευκά — Λευκάς mountain deadnettle fem voc sg Λευκά̱ , Λευκή fem nom/voc/acc dual Λευκά̱ , Λευκή fem nom/voc sg (doric aeolic) Λευκά̱ , Λευκής masc nom/voc/acc dual (doric) Λευκής masc voc sg (doric) Λευκής masc nom sg (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λευκά — λευκάς mountain deadnettle fem voc sg λευκόν white neut nom/voc/acc pl λευκός light neut nom/voc/acc pl λευκά̱ , λευκός light fem nom/voc/acc dual λευκά̱ , λευκός light fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λευκά Όρη — I Ορεινός όγκος (ψηλότερη κορυφή: Πάχνες, 2.452 μ.) της δυτικής Κρήτης, στον νομό Χανίων. Ονομάζεται και Μαδάρες, εξαιτίας της ελάχιστης βλάστησης. Τα Λ.Ό. εκτείνονται από το βόρειο τμήμα του νομού, όπου χαμηλώνουν ομαλά στις πρώην επαρχίες… …   Dictionary of Greek

  • Λέυκα Όρη — Sp Lèfka Òris Ap Λέυκα Όρη/Lefka Ori L kk. Kretoje, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Λευκᾷ — Λευκή fem dat sg (doric aeolic) Λευκής masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λευκᾷ — λευκός light fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λευκά αιμοσφαίρια — Βλ. λ. λευκοκύτταρα …   Dictionary of Greek

  • Λεύκα Βομβοκούς — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ, 73 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ναυπάκτου …   Dictionary of Greek

  • λεύκα ή λεύκη — Κοινή ονομασία δικοτυλήδονων δέντρων του γένους πόπουλος (Pupulus), της οικογένειας των ιτεϊδών ή σαλικιδών. Είναι φυλλοβόλα δέντρα, ύψους 15 μέχρι 20 μ., με λευκωπό φλοιό και φύλλα με πυκνό και λευκό χνούδι στην κάτω επιφάνεια. Από τα πιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”